Δευτέρα 20 Αυγούστου 2018

AGRAFA NEWS Στη σπηλιά του Κατσαντώνη...!



Ένα οδοιπορικό-φόρος τιμής 
στον ασυμβίβαστο επαναστάτη των Αγράφων! 
Σ’ ένα μικρό ριζοσπήλι στο Σίχνικο Μοναστηρακίου, πάνω στα απόκρημνα αγραφιώτικα βουνά, έδωσε την τελευταία μάχη του, κόντρα στην εξουσία των καιρών του, ο ασυμβίβαστος Ευρυτάνας επαναστάτης, ο αθάνατος Κατσαντώνης! Εκεί, βαριά άρρωστος από την ευλογιά κι έχοντας στο πλευρό του μονάχα πέντε πιστούς συμμαχητές και τον αδερφό του Χασιώτη - πιάστηκε αιχμάλωτος από τα πολυπληθή αληπασαλίδικα στρατεύματα του Άγου Μουχουρντάρη/Βασιάρη τον Αύγουστο του 1808. Οδηγήθηκε σιδηροδέσμιος στα Γιάννινα όπου σε ηλικία 33 ετών βρήκε μαρτυρικό θάνατο μαζί με τον αδερφό του, όταν οι δήμιοι του σατράπη τούς έσπασαν με σφυριά ένα-ένα τα κόκκαλα του κορμιού τους. Προηγουμένως ο Κατσαντώνης είχε αρνηθεί να συνεργαστεί με τον Αλή. Δεν καταδέχτηκε μήτε οφίτσια μήτε αρματολίκια από τον τύραννο, όπως -σημειωτέον- έκαναν πολλοί άλλοι οπλαρχηγοί εκείνα τα χρόνια. Ετούτος ο αδούλωτος προτίμησε τον τιμητικό τίτλο του Κλέφτη και εντέλει το θάνατο παρά τα αξιώματα και την ταπεινωτική μετάνοια. Έπραξε σαν γνήσιος επαναστάτης, όπως ήταν σε όλη του τη ζωή.
Κατσαντώνης
Ο Κατσαντώνης (Αντώνης Μακρυγιάννης) από το χωριό Μύριση/Μάραθος, γέννημα θρέμμα των Ευρυτανικών Αγράφων, γνώριζε καλά τα κατατόπια. Έτσι επέλεξε ως τελευταίο ασφαλές καταφύγιο αυτό το προστατευμένο μικρό σπήλαιο στο Σίχνικο. Προτού όμως πάρει τη συγκεκριμένη απόφαση είχε φροντίσει να μοιράσει τους άντρες του σε μικρές ευέλικτες ομάδες υπό την γενική αρχηγία του αδερφού του Λεπενιώτη και τη συνδρομή των έμπιστων πρωτοπαλίκαρων Καραϊσκάκη και Τσιόγκα. Κατ’ αυτό τον τρόπο κατοχύρωνε αφενός τη δοκιμασμένη αντάρτικη ταχτική και αφετέρου διαφύλαττε όσο καλύτερα γινόταν το νταϊφά του, προστατεύοντας τους συμπολεμιστές του από τους σοβαρούς κινδύνους που καραδοκούσαν λόγω της ευρείας εχθρικής επέλασης εκείνης της περιόδου. 
"Τα ελευθέρια" - έργο του λαϊκού ζωγράφου Θεόφιλου Χατζημιχαήλ
Ο ίδιος όντας στο μάτι του κυκλώνα, κυνηγημένος, μα πάνω απ’ όλα εξουθενωμένος από την αρρώστια, καταλήγει, μετά από συνεχή περιπλάνηση, σε τούτο το κρησφύγετο προσδοκώντας να θεραπευθεί και να επανέλθει ξανά στην ενεργό δράση!
Οι πολυάριθμοι μισθοφόροι του Αλή (σε συνεργασία με το ντόπιο ρουφιανολόι των κοτζαμπάσηδων και των πλούσιων προεστών που μισούσαν τον τιμωρό της αδικίας Κατσαντώνη) οργώνουν σπιθαμή προς σπιθαμή τα βουνά και τα χωριά των Αγράφων. Τρυπώνουν παντού, ερευνούν εξονυχιστικά τα χωριατόσπιτα, τις σαρακατσάνικες στάνες, τα φτωχοκάλυβα, ενώ παράλληλα τάζουν, απειλούν και βασανίζουν τους χωρικούς για να τους φανερώσουν τον καπετάνιο. Όμως ο απλός λαός, αυτοί οι περήφανοι ταπεινοί των αγραφιώτικων βουνών, καλύπτουν και υποβοηθούν με κάθε μέσο και τρόπο τον καταδιωγμένο προστάτη της φτωχολογιάς! Έτσι ο Κατσαντώνης τούς ξεγλιστράει αριστοτεχνικά, κάνοντας τα μαντρόσκυλα της αληπασαλίδικης εξουσίας να λυσσάνε! Οι διώκτες του θεωρούν ζήτημα τιμής τη σύλληψη του ατίθασου Ευρυτάνα πρωτοΚλέφτη, αφού αυτός για χρόνια ολόκληρα τους εξευτέλιζε και τους κατατρόπωνε σε αναρίθμητες μάχες μένοντας πάντα ασύλληπτος και απροσκύνητος! Όμως ο Κατσαντώνης θεωρείται άκρως επικίνδυνος για το βιλαέτι και για έναν επιπλέον σημαντικό λόγο : Ένα μόλις χρόνο πριν, στα 1807, σε μία ευρεία συνάντηση ενόπλων στο Μαγεμένο της Λευκάδας, είχε ανακηρυχθεί, ομόφωνα!, αρχηγός όλων των Κλεφτών! Σχεδίαζε, μάλιστα, να πείσει και κάποιους ακόμη έμπιστους οπλαρχηγούς να τον ακολουθήσουν σε ένα παράτολμο εγχείρημα: να χτυπήσουν όλοι μαζί και συντονισμένα τον Αλή μέσα στο σπίτι του στα Γιάννινα! Οπότε η δράση του παίρνει -αντικειμενικά πλέον- και χαρακτηριστικά ευρύτερου απελευθερωτικού αγώνα. Συνεπώς, «έπρεπε» για πολλούς και διαφορετικούς λόγους να εξοντωθεί.
Ο τιμωρός της αδικίας Κατσαντώνης!

Κι αφού δεν κατόρθωναν να πιάσουν τον Αετό της Κλεφτουριάς ούτε με το ανελέητο ανθρωποκυνηγητό, έπρεπε να επιστρατεύσουν «τον άλλο τρόπο»! Τον συνήθη…

Ο Κατσαντώνης πήγε από εκείνο που απεχθανόταν περισσότερο από κάθε τι άλλο: την προδοσιά! Για το ποιος συγκεκριμένα ήταν ο καταδότης, οι ιστορικές πληροφορίες διίστανται. Οι διαφορετικές εκδοχές που προέρχονται από έλληνες και ξένους μελετητές του βίου του (βλ. Φραγκίστας, Κασομούλης, Λουκόπουλος, Σταμέλος, Φωτιάδης, Κωτσοκάλης, Αραβαντινός, Ράμφος, Κρέμος, Ζήσιος, Βαλαωρίτης, Yemeniz, Fauriel, Emerson, κ.λπ.) είναι συγκεχυμένες και συχνά αντιφατικές, ενώ σε πλείστες περιπτώσεις περιπλέκονται με ομιχλώδεις τοπικές διηγήσεις και μύθους. Ορισμένοι εκ των ερευνητών ισχυρίζονται ότι μία βαλτή γριά ζητιάνα, που δήθεν μάζευε βότανα στα βουνά, εντόπισε τους καταδιωγμένους και εν συνεχεία τους πρόδωσε. Άλλοι πάλι κάνουν λόγο για έναν Γιάννη Γκούρλια που, είτε οικιοθελώς είτε επειδή βασανίστηκε φριχτά, αποκάλυψε την κρυψώνα. Ή για κάποιον ντόπιο, ίσως από τους τροφοδότες του καπετάνιου, που όταν απειλήθηκε με σούβλισμα από τον Μουχουρντάρη κιότεψε κι ομολόγησε το μυστικό. Μία πολύ σημαντική εκδοχή, που υποστηρίζεται από αρκετούς ερευνητές, καταδεικνύει ως πιθανότερο προδότη ένα χαφιέ ρασοφόρο (σ.σ. ονόματι Καρδερίνη)! Μάλιστα από κάμποσους εικάζεται ότι αυτός μπορεί να μην ενήργησε από μόνος του αλλά κατόπιν εντολής ενός τοπικού ηγούμενου από κοντινό μοναστήρι. Σε τούτο το ενδεχόμενο βρίσκουμε να συνηγορούν και οι στίχοι του δημοτικού μας τραγουδιού με την παραγγελιά του Κατσαντώνη προς το Λεπενιώτη: «Φωτιά να βάλει στ’ Άγραφα, στο μέγα μοναστήρι, για να καεί ο ηγούμενος μ’ όλους τους καλογήρους, που πήγαν και με πρόδωσαν στους σκυλοαρβανίτες»! Όπως και νάχει κι όποια κι αν είναι η αλήθεια, τσιράκια της εξουσίας πάντα θα υπάρχουν διαθέσιμα, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο! 
Λαϊκή ξυλογραφία του ΙΗ' αιώνα που απεικονίζει τη σύλληψη του Κατσαντώνη.
Στο βάθος ο ρασοφόρος προδότης Καρδερίνης.
Μετά το «δόσιμο», πάνω από εφτακόσιοι μισθοφόροι αρβανιτάδες του Άγου Μουχουρντάρη κυκλώνουν τη σπηλιά. Ζητούν από τους Κατσαντωναίους να παραδώσουν τ’ άρματα! Οι πολιορκημένοι μαχητές αρνούνται και ανοίγουν πυρ κατά των ανθρωποκυνηγών. Ο συσχετισμός όμως είναι εναντίον των καταδιωγμένων.
Ο Κατσαντώνης στη μάχη - εικονογράφηση εκδ. Στρατίκη
Ο Κατσαντώνης, σύμφωνα με το κλέφτικο έθιμο, παρακαλεί τον αδερφό του Γιώργο (Χασιώτη) να του πάρει το κεφάλι για να μην πέσει ζωντανός στα χέρια των αντιπάλων του. Ο Χασιώτης αρνείται, παίρνει τον άρρωστο αδερφό του στην πλάτη του και όλοι μαζί με τα χατζάρια στα χέρια επιχειρούν να σπάσουν τον κλοιό, κατηφορίζοντας το γκρεμό σε μια απέλπιδα προσπάθεια φυγής! Ακολουθεί πραγματικό μακελειό, μα έτσι κι αλλιώς ετούτη η στερνή μάχη ήταν άνιση. Οι σύντροφοι σκοτώνονται, ενώ ο Κατσαντώνης με το Χασιώτη πιάνονται αιχμάλωτοι. Αρχικά οδηγούνται αλυσοδεμένοι στο τουρκοκρατούμενο Καρπενήσι και από εκεί μέσω μιας μακράς πορείας θανάτου φτάνουν στην έδρα του Αλή με τη γνωστή τραγική συνέχεια. Υπάρχει μια παράδοση που λέει ότι λίγο πριν δέσουν τον Κατσαντώνη, αυτός ζήτησε από τον Άγο Μουχουρντάρη να αποχαιρετήσει για τελευταία φορά τα χιλιοαγαπημένα του Άγραφα σφυρίζοντας κλέφτικα και ρίχνοντας μια μπαταριά με το καριοφίλι του. Ίσως με αυτό τον τρόπο να προσδοκούσε ότι οι συμπολεμιστές του θα αναγνώριζαν «το σήμα» και θα έσπευδαν προς βοήθεια. Οι απόπειρες πάντως του αδερφού του Λεπενιώτη και των υπολοίπων συμπολεμιστών του να τον απελευθερώσουν -με κυριότερη το καρτέρι στο γιοφύρι της Βίνιανης- αποτυγχάνουν. Η δολοπλόκος μοίρα που δεν συμπονά τους γενναίους είχε πάρει οριστικά τις αποφάσεις της…
Σύμβολο περήφανης ανυποταξίας απέναντι σε κάθε εκμεταλλευτή/εξουσιαστή
Αυτή η μικρή σπηλιά στο Σίχνικο, πάνω από το Μοναστηράκι Αγράφων παραμένει μετά από δύο και πλέον αιώνες σύμβολο περήφανης ανυποταξίας και απειθαρχίας απέναντι σε κάθε δυνάστη, απέναντι σε κάθε εκμεταλλευτή/εξουσιαστή. Γιατί ο Κατσαντώνης, για όσους δεν γνωρίζουν ή καμώνονται πως δεν γνωρίζουν, ήταν πάνω απ’ όλα ένας ελεύθερος άνθρωπος, ένας απροσκύνητος κοινωνικός αγωνιστής της εποχής του, που μάχονταν όχι μόνο ενάντια στον επικυρίαρχο Αλή πασά της Υψηλής Πύλης, μα και κόντρα στους ντόπιους συνεργάτες του, την άτιμη φάρα των κοτζαμπάσηδων και των ρωμιών μεγαλοαρχόντων που ξεζούμιζαν αντάμα με τον τύραννο τη φτωχολογιά των Αγράφων (ακούτε εσείς… “ενωτικοί εθνικοί μυθιστοριογράφοι”;;;).

Πολλές φορές ο… «Ευρυτάνας Ρομπέν» έκανε επιδρομές στα κτήματα των τσιφλικάδων και στα σεράια των προεστών απαλλοτριώνοντας μέρος του κλεμμένου κοινωνικού πλούτου. Τα περισσότερα από τα λάφυρά του τα διέθετε στους ανήμπορους και τους μη έχοντες! Ο Κατσαντώνης πολεμούσε τόσο για την προσωπική του αξιοπρέπεια και ελευθερία όσο και για το δίκιο των καταπιεσμένων συμπατριωτών του.

Γι’ αυτό ο Λαός τον λάτρεψε και η Εξουσία τον μίσησε!
Γι’ αυτό ο Κατσαντώνης πήγε από προδοσιά….
Γι’ αυτό, όμως, και έμεινε Αθάνατος στους αιώνες των αιώνων!

Εδώ βαριά άρρωστος πέρασε τις τελευταίες ελεύθερες μέρες του ο Κατσαντώνης